Τo έργο στον Άγιο Αντρέα αποτελεί το παράγωγο συνειδητής προσπάθειας για μια αρχιτεκτονική στο μέτρο του ανθρώπου και στην κλίμακα του τόπου. Του ανθρώπου ως πολιτισμικής προσωπικότητας και του τόπου ως χωρικής ιδιαιτερότητας. Κύρια προσπάθεια υπήρξε η επαλήθευση ενός μέτρου σύγχρονου και μιας κλίμακας παραδοσιακής, μέσα από την επανερμηνεία σταθερών που έχουν αντέξει στο χρόνο. Oι σταθερές αυτές έχουν να κάνουν με τις αντιθέσεις του ιδιωτικού και του δημόσιου (χώρου), του μέσα και του έξω, του κλειστού και του ανοικτού, του καλυμμένου και του ακάλυπτου. Στις φυσικές και κοινωνικές αυτές χωρικές αντιθέσεις, αντιπαραβλήθηκε η διαλεκτική των ενδιάμεσων χώρων, έτσι ώστε η κιναισθητική εμπειρία να λειτουργεί στη λογική της ομαλής διάβασης.
Σκοπός της πρότασης ήταν να διαμορφώσει μια νέα τυπολογία, ικανή να ικανοποιήσει τις σύγχρονες ανάγκες του κατοικείν. Oι ανάγκες αυτές συναρτώνται τόσο με το αυξανόμενο αίσθημα ασφάλειας που επιβάλλουν οι σύγχρονες κοινωνίες, όσο και με το διαχρονικό αίσθημα ιδιωτικότητας και εσωστρέφειας που αναζητεί η οικογενειακή ζωή. Αρχιτεκτονικά εργαλεία για την ικανοποίηση των πιο πάνω αναγκών αποτελούν ο προσόψειος τοίχος από τη μια και η περίαυλη οργάνωση των κατοικιών από την άλλη. Συμπληρωματικά εργαλεία η εσωτερική διαμπερότητα των ισόγειων χώρων και οι εκτεταμένες επιφάνειες πρασίνου, που στοχεύουν να ταυτίσουν τη λειτουργία του κατοικείν με την αίσθηση της όασης.
Αφήστε μια απάντηση