Το έργο, στα όρια του δήμου Στροβόλου και Τσερίου, παρουσιάζει ένα νέου τύπου περι-αστικό μοντέλο κατοικίας, που στοχεύει στο να ικανοποιήσει τις σύγχρονες προσδοκίες κατοίκησης, ενώ παράλληλα επιχειρεί να προκαλέσει τις συμβατικές τυπολογίες. Η τοπογραφία του τεμαχίου — μία σταθερή κατωφέρεια από τα δυτικά προς τα ανατολικά — σε συνδυασμό με τις δυνατότητες που προσφέρει η γειτνίαση με ένα δημόσιο χώρο πρασίνου, οδήγησε σε ένα γραμμικό μάστερπλαν οκτώ ιδιοκτησιών σε σειρά, οργανωμένων ως μία σειρά πλατωμάτων. Τα κτίρια παράγουν ζώνες διαφορετικών βαθμών γειτνίασης ή ανοικτοσύνης, οι οποίες προωθούν νέους τρόπους αστικής συμβίωσης. Τα πάτιο που βρίσκονται στον όροφο των κατοικιών δρουν σαν κεντρικοί μηχανισμοί που επιτρέπουν την εναλλαγή μεταξύ ενός εσωστρεφούς και ενός εξωστρεφούς χωρικού χαρακτήρα, ενώ ειδικά σχεδιασμένα ανοίγματα και παραπετάσματα προσφέρουν τρόπους ρύθμισης του χώρου των κατοικιών, καθώς και της σχέσης τους με τις γειτονικές ιδιοκτησίες. Η φόρμα των κατοικιών, σε συνδυασμό με τον ειδικά σχεδιασμένο φέροντα οργανισμό, επιτρέπουν μία συγκεκριμένη ευελιξία στον επαναπροσδιορισμό του εσωτερικού, παρέχοντας δυνατότητα προσαρμογής σε απαιτήσεις που προκύπτουν τόσο κατά τη διάρκεια του σχεδιασμού όσο και κατά τη διάρκεια της ζωής του κτιρίου.
Αφήστε μια απάντηση